Μέγαρο Μαξίμου. Ούτε κατοικία ηγεμόνα, ούτε στέγη της βασιλικής οικογένειας. Και όχι μόνο: Βουλή, Αρειος Πάγος και Πεντάγωνο. Ποιο είναι το κτήριο στο οποίο συγκεράζονται όλες αυτές οι λειτουργίες; Ένα από τα μεγαλοπρεπέστερα αλλά και πλέον άγνωστα μνημεία της αρχαιότητας: το Ανάκτορο των Αιγών (όπου Αιγές, η σημερινή Βεργίνα).
«Όσο περισσότερο εξοικειώνεται κανείς με αυτό το συναρπαστικό κτήριο, όπου τίποτε δεν είναι αφημένο στην τύχη, τίποτε δεν επαναλαμβάνεται μηχανικά με τον προφανή και εν τέλει απλοϊκό τύπο της συμμετρίας, όπου και η παραμικρή λεπτομέρεια υπακούει στη μαγεία της αρμονίας που αναδύεται από τον κόσμο του Πυθαγόρα για να εμπνεύσει τον χρυσό κανόνα που αποτυπώνει την παρουσία του Θεού στο Πλατωνικό σύμπαν τόσο περισσότερο αισθάνεται ότι στο αρχέτυπο ανάκτορο που σχεδιάστηκε για τον πυθαγόρειο, πεφωτισμένο ηγεμόνα το ιδιωτικό με την έννοια της καθημερινής οικιακής πραγματικότητας δεν έχει θέση.» Οι διαπιστώσεις ανήκουν στην αρχαιολόγο Αγγελική Κοτταρίδη, τη νεώτερη από τις μαθήτριες του Μανόλη Ανδρόνικου, η οποία έχει αναλάβει το μεγάλο έργο αναστήλωσης και ανάδειξης του ανακτόρου- κάτι που έχει θαυμάσια κάνει με τους βασιλικούς τάφους.
«Με το μνημειώδες πρόπυλο να ορίζει το πέρασμα στη διάσταση του μνημειακού- ηρωικού – βασιλικού χώρου, τις εκατόμπεδες στοές της πρόσοψης, τουλάχιστον μια από τις οποίες ήταν ‘ποικίλη’ στολισμένη δηλαδή με πίνακες, να προσφέρουν χώρο ανάπαυσης και προετοιμασίας σε πολλές δεκάδες επισκέπτες, την ιερή θόλο του πατρώου Ηρακλή για την επικοινωνία με τους θεούς, την αυλή που χωρούσε καθισμένους τουλάχιστον 3.500 ανθρώπους, τα εσωστρεφή τριμερή συγκροτήματα των ιερών συμποσίων και τους μεγαλοπρεπείς ανδρώνες του «βασιλικού πότου», τα αρχεία, τα σκευοφυλάκια και την τεράστια αίθουσα του θρόνου το ανάκτορο του Φιλίππου είναι η έδρα της πολιτικής, θρησκευτικής, νομοθετικής, δικαστικής και πνευματικής εξουσίας, ένα κτήριο με προφανώς δημόσιο χαρακτήρα που ουσιαστικά βρίσκεται πέρα και πάνω από τον χαρακτηρισμό οίκος» σημείωσε η κ. Κοτταρίδη στη χθεσινοβραδινή ομιλία της στο πλαίσιο του Αρχαιολογικού Εργου Μακεδονίας- Θράκης.
«Αρχηγός και υπερασπιστής του λαού του, εγγυητής του νόμου και της τάξης, φορέας της θεϊκής ευλογίας, πέρα και πάνω από τους υπηκόους του ο Ηγεμόνας είναι για αυτούς η απτή δήλωση της ισχύος και της σταθερότητας του κράτους. Πρόσωπο- σύμβολο ο ίδιος χάνει την ιδιωτικότητά του. Για να διαδηλώσει την ιδέα της πεφωτισμένης εξουσίας του ο Φίλιππος χρειάζεται ένα ανάκτορο που να συνδυάζει τη λειτουργία της πολιτικής αγοράς και της ιερής ακρόπολης μιας δημοκρατικής πολιτείας και έτσι γεννιέται η ιδέα του ανακτόρου των Αιγών που θα γίνει το αρχέτυπο των «βασιλείων» της ελληνιστικής Οικουμένης, με σημερινούς όρους ένα κτήριο όπου συγκεράζονται οι λειτουργίες της Βουλής του Αρείου Πάγου του Πενταγώνου και βέβαια του Μεγάρου Μαξίμου…» κατέληξε.
Κάνοντας αναδρομή στα έργα που έχουν γίνει από την άνοιξη του 2007 μέχρι τον Ιούνιο του 2009, δηλαδή μέσα σε δύο μόλις χρόνια και με συνολική χρηματοδότηση 3,4 εκατομμύρια ευρώ, η ομιλήτρια ανέφερε ότι:
-αποκαλύφθηκε και τεκμηριώθηκε το μνημείο σχεδόν στο σύνολό του.
-εκπονήθηκαν και εγκρίθηκαν μελέτες συντήρησης των ψηφιδωτών και μελέτη ανάταξης – ανάκτησης ενός πολύ μεγάλου τμήματος του κτηρίου.
-οργανώθηκε το εργοτάξιο και δημιουργήθηκαν υποδομές.
-ολοκληρώθηκε η συντήρηση 700 τ.μ. ψηφιδωτών και μαρμαροθετημάτων των αρχαίων δαπέδων και έγινε ενδεικτική ανάταξη του τοίχου ενός δωματίου.
-καταγράφηκε και τακτοποιήθηκε το μεγαλύτερο μέρος των διάσπαρτων αρχιτεκτονικών μελών και ξεκίνησε η συντήρησή τους.
-η ουσιαστική μελέτη του μνημείου προχώρησε σημαντικά και παράλληλα με αυτήν και η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της.
«Μελετώντας το ανάκτορο νομίζω ότι βρήκαμε τη λύση στο αίνιγμα της εγκατάλειψης των Αιγών» τόνισε επίσης. «Όπως έχω επισημάνει και παλιότερα τα ευρήματα δείχνουν ότι το άστυ καταστρέφεται ξαφνικά τον 1ο μεταχριστιανικό αιώνα και εγκαταλείπεται. Η αιτία μέχρι τώρα παρέμενε ασαφής, αλλά τα πλούσια σε μικροαντικείμενα και κεραμική ύστατα στρώματα καταστροφής μαρτυρούν ότι οι κάτοικοι έσπευσαν να φύγουν χωρίς να πάρουν πολλά πράγματα μαζί τους και δεν γύρισαν ποτέ.
Το ανάκτορο όπως έχουμε πει καταστρέφεται από φωτιά, όπως και η πόλη, μετά την μάχη της Πύδνας (168 π.Χ.). Στον χώρο του εγκαθίστανται εργαστήρια κεραμέων και τα ερείπια του γίνονται νταμάρι που για αιώνες προμηθεύει οικοδομικό υλικό πρώτης ποιότητας.
Όπως όλα δείχνουν η λιθολόγηση ξεκίνησε από τα βορειοδυτικά και προχώρησε προς τα νότια και ανατολικά. Τον 1ο αι. μ.Χ. είχε ήδη αρχίσει η αποδόμηση του λίθινου τοιχοβάτη της νότιας πτέρυγας. Οι περισσότερες από τις μικρότερες λιθοπλίνθους είχαν ήδη απομακρυνθεί, ενώ οι μεγάλες σε πολλά σημεία είχαν μετακινηθεί και συγκεντρωθεί για να κοπούν.
Τότε συνέβη μια τρομακτική κατολίσθηση. Η πλαγιά των Πιερίων μετακινήθηκε και τεράστιοι όγκοι χώματος αποσπάστηκαν, έσπρωξαν και εν τέλει κατάχωσαν τα ερείπια του μνημείου. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι κάτω από τις παρθένες επιχώσεις της νότιας πλαγιάς, το ύψος των οποίων ξεπερνούσε τα 3-4 μέτρα, βρέθηκαν τα στρώματα καταστροφής του ανακτόρου που απλώνονταν σε όλη αυτή την περιοχή, η οποία μετά το αρχικό έργο διαμόρφωσης της πλαγιάς, πριν την κατασκευή του κτηρίου, ήταν ελεύθερος χώρος με πλάτος περίπου 25 μ.
Η τεράστια πίεση που ασκήθηκε είχε σαν συνέπεια την μετατόπιση κατά αρκετά εκατοστά ολόκληρης της νότιας πτέρυγας, αλλά και την μετατόπιση του νότιου στυλοβάτη του κεντρικού περιστυλίου, ενώ το βορειοδυτικό τμήμα του δυτικού περιστυλίου γλίστρησε προς το διπλανό ρέμα της Παλιοπαναγιάς, όπου κατάπεσε το τμήμα του τείχους που βρισκόταν εκεί.
Το τρομακτικό φυσικό φαινόμενο που ταρακούνησε το εξαιρετικά δυνατό και καλοθεμελιωμένο ανάκτορο φαίνεται πως ρήμαξε το άστυ των Αιγών. Έτσι εξηγούνται τα έντονα αναμοχλευμένα μαρμαροθετήματα των δαπέδων σε ένα κτήριο στα δυτικά της πόλης και, πιθανότατα, η ίδια η ξαφνική εγκατάλειψη των σπιτιών τους από τους κατοίκους που βρήκαν καταφύγιο στον κάμπο βόρειονατολικά από το νεκροταφείο των τύμβων όπου βρίσκεται ο υστερορωμαϊκός και ο παλαιοχριστιανικός οικισμός των Αιγών.
Η προβληματική σύσταση του υπεδάφους αποτελεί ένα ζήτημα που θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με αντιστηρίξεις πρανών στη συνέχεια του έργου, ενώ φαίνεται πως ήταν γνωστή στον αρχαίο αρχιτέκτονα που προχώρησε σε ένα εντυπωσιακό και, όπως έδειξαν οι αιώνες εξαιρετικά αποτελεσματικό έργο εξυγίανσης, διαμόρφωσης και ενισχυμένης θεμελίωσης που με 25 δόμους και 13 μέτρα ύψος/βάθος μόνον στον Παρθενώνα βρίσκει το αντίστοιχό του.»
«Όσο περισσότερο εξοικειώνεται κανείς με αυτό το συναρπαστικό κτήριο, όπου τίποτε δεν είναι αφημένο στην τύχη, τίποτε δεν επαναλαμβάνεται μηχανικά με τον προφανή και εν τέλει απλοϊκό τύπο της συμμετρίας, όπου και η παραμικρή λεπτομέρεια υπακούει στη μαγεία της αρμονίας που αναδύεται από τον κόσμο του Πυθαγόρα για να εμπνεύσει τον χρυσό κανόνα που αποτυπώνει την παρουσία του Θεού στο Πλατωνικό σύμπαν τόσο περισσότερο αισθάνεται ότι στο αρχέτυπο ανάκτορο που σχεδιάστηκε για τον πυθαγόρειο, πεφωτισμένο ηγεμόνα το ιδιωτικό με την έννοια της καθημερινής οικιακής πραγματικότητας δεν έχει θέση.» Οι διαπιστώσεις ανήκουν στην αρχαιολόγο Αγγελική Κοτταρίδη, τη νεώτερη από τις μαθήτριες του Μανόλη Ανδρόνικου, η οποία έχει αναλάβει το μεγάλο έργο αναστήλωσης και ανάδειξης του ανακτόρου- κάτι που έχει θαυμάσια κάνει με τους βασιλικούς τάφους.
«Με το μνημειώδες πρόπυλο να ορίζει το πέρασμα στη διάσταση του μνημειακού- ηρωικού – βασιλικού χώρου, τις εκατόμπεδες στοές της πρόσοψης, τουλάχιστον μια από τις οποίες ήταν ‘ποικίλη’ στολισμένη δηλαδή με πίνακες, να προσφέρουν χώρο ανάπαυσης και προετοιμασίας σε πολλές δεκάδες επισκέπτες, την ιερή θόλο του πατρώου Ηρακλή για την επικοινωνία με τους θεούς, την αυλή που χωρούσε καθισμένους τουλάχιστον 3.500 ανθρώπους, τα εσωστρεφή τριμερή συγκροτήματα των ιερών συμποσίων και τους μεγαλοπρεπείς ανδρώνες του «βασιλικού πότου», τα αρχεία, τα σκευοφυλάκια και την τεράστια αίθουσα του θρόνου το ανάκτορο του Φιλίππου είναι η έδρα της πολιτικής, θρησκευτικής, νομοθετικής, δικαστικής και πνευματικής εξουσίας, ένα κτήριο με προφανώς δημόσιο χαρακτήρα που ουσιαστικά βρίσκεται πέρα και πάνω από τον χαρακτηρισμό οίκος» σημείωσε η κ. Κοτταρίδη στη χθεσινοβραδινή ομιλία της στο πλαίσιο του Αρχαιολογικού Εργου Μακεδονίας- Θράκης.
«Αρχηγός και υπερασπιστής του λαού του, εγγυητής του νόμου και της τάξης, φορέας της θεϊκής ευλογίας, πέρα και πάνω από τους υπηκόους του ο Ηγεμόνας είναι για αυτούς η απτή δήλωση της ισχύος και της σταθερότητας του κράτους. Πρόσωπο- σύμβολο ο ίδιος χάνει την ιδιωτικότητά του. Για να διαδηλώσει την ιδέα της πεφωτισμένης εξουσίας του ο Φίλιππος χρειάζεται ένα ανάκτορο που να συνδυάζει τη λειτουργία της πολιτικής αγοράς και της ιερής ακρόπολης μιας δημοκρατικής πολιτείας και έτσι γεννιέται η ιδέα του ανακτόρου των Αιγών που θα γίνει το αρχέτυπο των «βασιλείων» της ελληνιστικής Οικουμένης, με σημερινούς όρους ένα κτήριο όπου συγκεράζονται οι λειτουργίες της Βουλής του Αρείου Πάγου του Πενταγώνου και βέβαια του Μεγάρου Μαξίμου…» κατέληξε.
Κάνοντας αναδρομή στα έργα που έχουν γίνει από την άνοιξη του 2007 μέχρι τον Ιούνιο του 2009, δηλαδή μέσα σε δύο μόλις χρόνια και με συνολική χρηματοδότηση 3,4 εκατομμύρια ευρώ, η ομιλήτρια ανέφερε ότι:
-αποκαλύφθηκε και τεκμηριώθηκε το μνημείο σχεδόν στο σύνολό του.
-εκπονήθηκαν και εγκρίθηκαν μελέτες συντήρησης των ψηφιδωτών και μελέτη ανάταξης – ανάκτησης ενός πολύ μεγάλου τμήματος του κτηρίου.
-οργανώθηκε το εργοτάξιο και δημιουργήθηκαν υποδομές.
-ολοκληρώθηκε η συντήρηση 700 τ.μ. ψηφιδωτών και μαρμαροθετημάτων των αρχαίων δαπέδων και έγινε ενδεικτική ανάταξη του τοίχου ενός δωματίου.
-καταγράφηκε και τακτοποιήθηκε το μεγαλύτερο μέρος των διάσπαρτων αρχιτεκτονικών μελών και ξεκίνησε η συντήρησή τους.
-η ουσιαστική μελέτη του μνημείου προχώρησε σημαντικά και παράλληλα με αυτήν και η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της.
«Μελετώντας το ανάκτορο νομίζω ότι βρήκαμε τη λύση στο αίνιγμα της εγκατάλειψης των Αιγών» τόνισε επίσης. «Όπως έχω επισημάνει και παλιότερα τα ευρήματα δείχνουν ότι το άστυ καταστρέφεται ξαφνικά τον 1ο μεταχριστιανικό αιώνα και εγκαταλείπεται. Η αιτία μέχρι τώρα παρέμενε ασαφής, αλλά τα πλούσια σε μικροαντικείμενα και κεραμική ύστατα στρώματα καταστροφής μαρτυρούν ότι οι κάτοικοι έσπευσαν να φύγουν χωρίς να πάρουν πολλά πράγματα μαζί τους και δεν γύρισαν ποτέ.
Το ανάκτορο όπως έχουμε πει καταστρέφεται από φωτιά, όπως και η πόλη, μετά την μάχη της Πύδνας (168 π.Χ.). Στον χώρο του εγκαθίστανται εργαστήρια κεραμέων και τα ερείπια του γίνονται νταμάρι που για αιώνες προμηθεύει οικοδομικό υλικό πρώτης ποιότητας.
Όπως όλα δείχνουν η λιθολόγηση ξεκίνησε από τα βορειοδυτικά και προχώρησε προς τα νότια και ανατολικά. Τον 1ο αι. μ.Χ. είχε ήδη αρχίσει η αποδόμηση του λίθινου τοιχοβάτη της νότιας πτέρυγας. Οι περισσότερες από τις μικρότερες λιθοπλίνθους είχαν ήδη απομακρυνθεί, ενώ οι μεγάλες σε πολλά σημεία είχαν μετακινηθεί και συγκεντρωθεί για να κοπούν.
Τότε συνέβη μια τρομακτική κατολίσθηση. Η πλαγιά των Πιερίων μετακινήθηκε και τεράστιοι όγκοι χώματος αποσπάστηκαν, έσπρωξαν και εν τέλει κατάχωσαν τα ερείπια του μνημείου. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι κάτω από τις παρθένες επιχώσεις της νότιας πλαγιάς, το ύψος των οποίων ξεπερνούσε τα 3-4 μέτρα, βρέθηκαν τα στρώματα καταστροφής του ανακτόρου που απλώνονταν σε όλη αυτή την περιοχή, η οποία μετά το αρχικό έργο διαμόρφωσης της πλαγιάς, πριν την κατασκευή του κτηρίου, ήταν ελεύθερος χώρος με πλάτος περίπου 25 μ.
Η τεράστια πίεση που ασκήθηκε είχε σαν συνέπεια την μετατόπιση κατά αρκετά εκατοστά ολόκληρης της νότιας πτέρυγας, αλλά και την μετατόπιση του νότιου στυλοβάτη του κεντρικού περιστυλίου, ενώ το βορειοδυτικό τμήμα του δυτικού περιστυλίου γλίστρησε προς το διπλανό ρέμα της Παλιοπαναγιάς, όπου κατάπεσε το τμήμα του τείχους που βρισκόταν εκεί.
Το τρομακτικό φυσικό φαινόμενο που ταρακούνησε το εξαιρετικά δυνατό και καλοθεμελιωμένο ανάκτορο φαίνεται πως ρήμαξε το άστυ των Αιγών. Έτσι εξηγούνται τα έντονα αναμοχλευμένα μαρμαροθετήματα των δαπέδων σε ένα κτήριο στα δυτικά της πόλης και, πιθανότατα, η ίδια η ξαφνική εγκατάλειψη των σπιτιών τους από τους κατοίκους που βρήκαν καταφύγιο στον κάμπο βόρειονατολικά από το νεκροταφείο των τύμβων όπου βρίσκεται ο υστερορωμαϊκός και ο παλαιοχριστιανικός οικισμός των Αιγών.
Η προβληματική σύσταση του υπεδάφους αποτελεί ένα ζήτημα που θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με αντιστηρίξεις πρανών στη συνέχεια του έργου, ενώ φαίνεται πως ήταν γνωστή στον αρχαίο αρχιτέκτονα που προχώρησε σε ένα εντυπωσιακό και, όπως έδειξαν οι αιώνες εξαιρετικά αποτελεσματικό έργο εξυγίανσης, διαμόρφωσης και ενισχυμένης θεμελίωσης που με 25 δόμους και 13 μέτρα ύψος/βάθος μόνον στον Παρθενώνα βρίσκει το αντίστοιχό του.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου